επίφραξις

επίφραξις
(-εως) η покрывание, прикрывание, закрывание

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "επίφραξις" в других словарях:

  • ἐπιφράξει — ἐπίφραξις obstruction fem nom/voc/acc dual (attic epic) ἐπιφράξεϊ , ἐπίφραξις obstruction fem dat sg (epic) ἐπίφραξις obstruction fem dat sg (attic ionic) ἐπιφράσσω block up aor subj act 3rd sg (epic) ἐπιφράσσω block up fut ind mid 2nd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπίφραξιν — ἐπίφραξις obstruction fem acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • επίφραξη — η (Α ἐπίφραξις) [επιφράσσω] έμφραξη αρχ. η παρεμβολή τής γης στις εκλείψεις τής σελήνης …   Dictionary of Greek

  • ἐπιφράξῃ — ἐπιφράξηι , ἐπίφραξις obstruction fem dat sg (epic) ἐπιφράσσω block up aor subj mid 2nd sg ἐπιφράσσω block up aor subj act 3rd sg ἐπιφράσσω block up fut ind mid 2nd sg ἐπιφράσσω block up aor subj mid 2nd sg ἐπιφράσσω block up aor subj act 3rd sg… …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»